Δυσποντέα

Δυσποντέα
Δυσποντέᾱ , Δυσπόντευς
masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Δυσπόντιον — Αρχαία πόλη στην Πισάτιδα της Ήλιδας. Σύμφωνα με τη μυθολογία, χτίστηκε από τον Δυσποντέα, γιο του Οινόμαου. Βρισκόταν στην ιερά οδό που οδηγούσε από την Ήλιδα στην Ολυμπία, κοντά στον σημερινό Πύργο. Μετά την ήττα των Πισατών από τους Ηλείους,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”